Δυνητικές Κοινότητες: Ορισμός, Χαρακτηριστικά, Τυπολογίες
Θεοδώρου, Λένια, (2005), Δυνητικές Κοινότητες. Μετά τον Rheingold τι?, Εργασία ΠΜΣ, Πάντειο Πανεπιστήμιο,Αθήνα.
Το βιβλίο του Rheingold για τις δυνητικές κοινότητες αποτελεί την πρώτη ολοκληρωμένη και οργανωμένη προσέγγιση που παρουσιάστηκε για τις κοινότητες αυτές. Γραμμένο με τρόπο αφηγηματικό και βιογραφικό, βασισμένο αποκλειστικά στις προσωπικές εμπειρίες και τον τρόπο με τον οποίο ο ίδιος ο συγγραφέας βίωσε τη συμμετοχή του στις δυνητικές κοινότητες, αποτέλεσε και αποτελεί απαρχή και πηγή αναφοράς για όλες σχεδόν τις μετέπειτα έρευνες του συγκεκριμένου επιστημονικού πεδίου.
Αν και η πρώτη έκδοση του βιβλίου κυκλοφόρησε μόλις το 1993, όταν δηλαδή οι δυνητικές κοινότητες βρίσκονταν σε πολύ πρώιμο στάδιο, εμπεριέχονται και παρουσιάζονται σε αυτό όλα τα βασικά χαρακτηριστικά και τα σημαντικά στοιχεία των δυνητικών κοινοτήτων, όπως η ανωνυμία, οι ταυτότητες, η ελευθερία και η διαμεσολάβηση της επικοινωνίας, η δημοκρατία και η διακυβέρνηση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Rheingold είναι ο πρώτος που εισάγει τον όρο «δυνητικές κοινότητες» (Coon,D. 1996) και τις διαχωρίζει από το διαδίκτυο και τον κυβερνοχώρο. Συγκεκριμένα «Οι δυνητικές κοινότητες είναι κοινωνικά σύνολα που αναδύονται μέσω του διαδικτύου, όταν αρκετοί άνθρωποι συνεχίζουν τις δημόσιες συζητήσεις τους για αρκετό χρονικό διάστημα, με επαρκές ανθρώπινο συναίσθημα, έτσι ώστε να σχηματίσουν ιστούς προσωπικών σχέσεων στον κυβερνοχώρο.» (Rheingold,H.,1993) και διαχωρίζονται αφ’ ενός από το διαδίκτυο το οποίο ορίζεται ως «ένας ανεπίσημος όρος για τα διασυνδεδεμένα δίκτυα υπολογιστών που χρησιμοποιούν διαμεσολαβημένη μέσω υπολογιστή επικοινωνία έτσι, ώστε να συνδέσουν ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο σε δημόσιες συζητήσεις» (Rheingold,H.,1993) και αφ’ ετέρου από τον κυβερνοχώρο που ορίζεται από τον William Gibson ως «….ο χώρος, στον οποίο οι λέξεις, οι ανθρώπινες σχέσεις, τα δεδομένα, ο πλούτος και η εξουσία διακηρύσσονται από ανθρώπους που χρησιμοποιούν τεχνολογία διαμεσολαβημένης μέσω υπολογιστή επικοινωνίας……..» (Rheingold,H.,1993).
Μετά τον Rheingold διατυπώθηκαν διάφοροι ορισμοί για τις δυνητικές κοινότητες μερικοί από τους οποίους είναι οι εξής:
«Μία δυνητική κοινότητα πρέπει να έχει ως στόχο κάποιο ενδιαφέρον που θα ασκεί έλξη σε έναν επαρκή αριθμό ανθρώπων, θα επιτρέπει στα μέλη να σχηματίσουν ουσιώδεις σχέσεις μεταξύ τους, θα παρέχει κάποιου είδους φαντασία και διασκέδαση, θα στηρίζει διαδικασίες που επιτρέπουν στα μέλη την αγορά και την ανταλλαγή πραγμάτων» (Hagel III,J., & Armstrong, A.G)[1]
«Μία δυνητική κοινότητα είναι ένα σύνολο ανθρώπων μαζεύονται γύρω από ένα κοινό σκοπό, δραστηριότητα ή ενδιαφέρον» (Kim, A.,J)[2]
«Οι δυνητικές κοινότητες επιτρέπουν στους ανθρώπους με κοινά ενδιαφέροντα να συναντιούνται, να επικοινωνούν και να μοιράζονται ιδέες και πληροφορίες μεταξύ τους διαμέσου ενός δικτύου όπως ο Παγκόσμιος Ιστός. Μέσα από αυτές τις δραστηριότητες, οι συμμετέχοντες δημιουργούν δεσμούς με άλλα μέλη τις κοινότητας και με την ίδια την κοινότητα ως σύνολο» (Adler,R.P & Christopher,A.J, 1998)
«Ως δυνητική κοινότητα ορίζεται ένα σύνολο ατόμων ή συναδέλφων που αλληλεπιδρούν γύρω από ένα κοινό ενδιαφέρον και η αλληλεπίδρασή τους αυτή υποστηρίζεται ή μεσολαβείται, εν μέρει, από την τεχνολογία και καθοδηγείται από κάποια πρωτόκολλα και κανόνες» (Porter,C.,E., 2004)
Τόσο στον ορισμό του Rheingold, όσο και στους υπόλοιπους ορισμούς, οι δυνητικές κοινότητες δεν φαίνεται να ταυτίζονται πουθενά με την έννοια του χώρου και του χρόνου, παρόλο που μπορεί να αναφέρονται στους ορισμούς αυτούς στοιχεία όπως η συνάντηση που γενικά έχει συσχετιστεί κατά πολύ με την «ενώπιος ενωπίων» επικοινωνία. Η έννοια του χώρου μπορεί να υφίσταται για τις δυνητικές κοινότητες όχι ως ένα από τα χαρακτηριστικά τους, αλλά ως ένας παράγοντας εξωτερικός που μπορεί έως κάποιο σημείο να τις επηρεάσει. Ο Rheingold (1993) αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η κοινότητα soc.culture.yugoslavia επηρεάστηκε πάρα πολύ όταν στο κράτος της Γιουγκοσλαβίας επικρατούσε ο πόλεμος.
Το θέμα της ύπαρξης χώρου στις δυνητικές κοινότητες είναι πολυσυζητημένο και έχει απασχολήσει πολλούς ερευνητές αυτού του πεδίου, όπως παλιότερα είχε απασχολήσει τους κοινωνιολόγους η έννοια του χώρου σχετικά με την ύπαρξη και δημιουργία της κοινότητας (Coon,D. 1996). Ο Rheingold, υιοθετώντας την άποψη του Ray Oldenburg, ότι υπάρχουν δηλαδή τρεις σημαντικοί χώροι στη ζωή των ανθρώπων, ο χώρος που μένουν, ο χώρος που δουλεύουν και ο χώρος που μαζεύονται για λόγους κοινωνικούς, τοποθετεί τη συμμετοχή τους στις δυνητικές κοινότητες στον τρίτο αυτό χώρο, όπου δηλαδή «πηγαίνει» κανείς για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του για κοινωνικές επαφές και επικοινωνία (Rheingold,H.,1993). Ο Barlow στο άρθρο του “Is There a There in Cyberspace?”, ενώ αρχικά αντιμετωπίζει επιφυλακτικά την έννοια της κοινότητας στο κυβερνοχώρο, καταλήγει στο ότι «…αν δεχτούμε ότι σπίτι μας είναι, όπου είναι η καρδιά μας, τότε σίγουρα υπάρχει ένα μέρος από το σπίτι μας στον κυβερνοχώρο….» και στη συνέχεια επισημαίνει ότι «….το ανθρώπινο πνεύμα και η βασική ανάγκη να συνδεθούμε, μπορεί να δημιουργήσει ένα χώρο….».
Το θέμα και η προβληματική του χώρου στις δυνητικές κοινότητες πηγάζει από παλαιότερους ορισμούς των κοινοτήτων. Ειδικότερα το 1955 ο Hillery αφού εξέτασε 94 ορισμούς των κοινοτήτων διαπίστωσε ότι σε όλους τους ορισμούς εμφανίζονται 4 βασικά στοιχεία τα οποία θεωρούνται ότι διαμορφώνουν τον όρο της κοινότητας΄ τα στοιχεία αυτά είναι τα εξής: η ομάδα ατόμων, η κοινωνική αλληλεπίδραση μεταξύ των ατόμων αυτών, οι κοινοί δεσμοί και ο γεωγραφικός χώρος (Coon,D. 1996). Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι η μη ύπαρξη χώρου στις δυνητικές κοινότητες οδηγεί και σε μία αμφισβήτηση τους ως προς το αν οι δυνητικές κοινότητες αποτελούν κοινότητες, ή έστω μιας μορφής κοινότητα ή αν είναι κάτι εντελώς καινούργιο που πρέπει να ερευνηθεί και ορισθεί από την αρχή. Για τον Rheingold βέβαια η έννοια της κοινότητας δεν αμφισβητείται καθόλου, σημειώνοντας μάλιστα ότι «…στις δυνητικές κοινότητες οι άνθρωποι κάνουν σχεδόν τα πάντα, όπως και στην πραγματική ζωή, μόνο που αφήνουν το σώμα τους απέξω…», ενώ σχετικά με το πρόβλημα του χώρου, χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει και αναφέρεται στις δυνητικές κοινότητες, χρησιμοποιώντας πολλές φορές την λέξη «place». Επιπλέον, ακόμα και πριν την έκδοση του βιβλίου, ο ίδιος είχε επισημάνει σε ένα άρθρο του ότι «οι δυνητικές κοινότητες μπορεί να είναι αληθινές ή ψεύτικες κοινότητες ή κάτι νέο αλλά απαντούν στην ανάγκη του ατόμου για συμμετοχή σε μία κοινότητα…» (Rheingold,1992)
Σχετικά με το πόσο «πραγματικές» κοινότητες είναι οι δυνητικές έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις. Η Caroline Ferguson υποστηρίζει ότι μία κοινότητα μπορεί να στηρίζεται στην πνευματική και συναισθηματική εγγύτητα και όχι στην φυσική (Fernback,J. & Thompson,B.,1995) ενώ ο Catalfo σε απόλυτη συμφωνία με τον Rheingold θεωρεί ότι στις δυνητικές κοινότητες επικρατούν τα ίδια τελετουργικά με τις υπόλοιπες κοινότητες (Fernback,J. & Thompson,B.,1995). Αντίθετα, ο McClellan χαρακτηρίζει τις δυνητικές κοινότητες ως ψευδοκοινότητες, τα μέλη των οποίων έχουν φαινομενικούς και όχι αληθινούς κοινωνικούς δεσμούς μεταξύ τους (Fernback,J. & Thompson,B.,1995), ενώ ο Clifford Stoll σημειώνει ότι από τις δυνητικές κοινότητες απουσιάζουν τα στοιχεία της μονιμότητας, του ανήκειν, η έννοια της τοποθεσίας και το δέσιμο με την τοπική ιστορία (Adler,R.,P. & Christopher,A.,J., 1998).
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα για το συγκεκριμένο θέμα είναι η τοποθέτηση του Barlow, ο οποίος θεωρεί ως βασική έλλειψη των δυνητικών κοινοτήτων το prana, μία έννοια μεταξύ της ψυχής και του πνεύματος, μία γενεσιουργός ενέργεια.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνει ο Rheingold στο βιβλίο του στα ειδικά χαρακτηριστικά των δυνητικών κοινοτήτων, τα οποία θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε στα εξής: ανωνυμία και ταυτότητες, επικοινωνία από όλους για όλους, ελευθερία και δημοκρατία. Εξάλλου στο πρώτο κιόλας κεφάλαιο του βιβλίου (Εισαγωγή) ο ίδιος τονίζει ότι η διαμεσολαβημένη μέσω υπολογιστή επικοινωνία μπορεί να επιφέρει αλλαγές σε τρία επίπεδα της ζωής του ανθρώπου, στις αντιλήψεις και την προσωπικότητά του, στον τρόπο επικοινωνίας τους με τους άλλους, δηλαδή την επικοινωνία από όλους για όλους και στην πολιτική.
Ο Rheingold προσεγγίζει το θέμα της ανωνυμία στις δυνητικές κοινότητες από μία σκοπιά διαφορετική και εν μέρει δεν δέχεται και απόλυτα την ύπαρξή της. Συγκεκριμένα θεωρεί ότι στις δυνητικές κοινότητες υπάρχει ταύτιση κάθε ατόμου με ένα ψευδώνυμο, το οποίο τις περισσότερες φορές παραμένει σταθερό και ως εκ τούτου απόλυτη ανωνυμία δεν υφίσταται. Βέβαια επικρατεί απεριόριστη ελευθερία ως προς την επιλογή του ψευδωνύμου και επιπλέον την επιλογή και δημιουργία μίας ταυτότητας. Στις δυνητικές κοινότητες η ταυτότητα είναι ρευστή, τα όρια μέσα στα οποία μπορεί να κυμανθεί καταρρίπτονται και αυτό δίνει στους συμμετέχοντες τη δυνατότητα να δημιουργήσουν ένα κόσμο καινούργιο, μέσα στο οποίο μπορούν να είναι ένα άλλο άτομο με χαρακτηριστικά τελείως αντίθετα από τα «πραγματικά» ή ακόμα και περισσότεροι από ένα άτομο (Rheingold,H.,1993). Κατά τον Rheingold, ο τρόπος με τον οποίο η διαμεσολαβημένη μέσω υπολογιστή επικοινωνία καταργεί τα όρια των ταυτοτήτων είναι αντίστοιχος με τον τρόπο που τα παλαιότερα μέσα επικοινωνίας κατάργησαν τα όρια του χώρου και του χρόνου. Σχολιάζοντας ωστόσο ο ίδιος αυτή τη φύση των ταυτοτήτων, επισημαίνει ότι η ρευστότητα αυτή μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε εξαπάτηση των άλλων και επιπλέον αυτό συμβάλλει στο να αμφισβητείται συχνά η αυθεντικότητα των ανθρωπίνων σχέσεων στον κυβερνοχώρο λόγω της ύπαρξης «μασκών».
Ο ρόλος της ευελιξίας των ταυτοτήτων και η δημιουργία νέων κόσμων κατέχει δεσπόζουσα θέση στα MUDS. Ο κόσμος εκεί δημιουργείται και βασίζεται στην αφήγηση, δηλαδή στο γραπτό λόγο, γεγονός που προσδίδει στους συμμετέχοντες τον απόλυτο έλεγχο στον κόσμο αυτόν. Εξάλλου η κυριαρχία και δη η έλλειψη κυριαρχίας στην «πραγματική» ζωή, είναι ένα από τα βασικά στοιχεία που ωθεί τους ανθρώπους στο να συμμετάσχουν στα MUDS, αλλά και ένα από τα στοιχεία που μπορεί να καταστήσει τις κοινότητες αυτές εθιστικές. Με τον όρο εθισμό ο Rheingold φαίνεται να εννοεί τον εθισμό στην επικοινωνία, την οποία θεωρεί ότι έχει εκλείψει από τις σημερινές «πραγματικές» κοινότητες και αυτό ακριβώς το κενό επικοινωνίας έρχονται να καλύψουν οι δυνητικές κοινότητες.
Ο Rheingold μιλάει για μετάβαση από την «από τους λίγους προς τους πολλούς» επικοινωνία, στην «από τους πολλούς στους πολλούς» επικοινωνία και μάλιστα σε ένα είδος επικοινωνίας, ο οποίος χάρη στην ταχύτητα μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε συζήτηση. Χρησιμοποιώντας την παρομοίωση του Reid για το IRC, ότι δηλαδή είναι σαν ένας χώρος παιχνιδιού, αναφέρει για το IRC ότι ταυτόχρονα όλοι μπορούν να είναι στη σκηνή και επομένως να εκφράζονται, να είναι το κοινό και επιπλέον και οι κριτές. Αυτά τα ειδικά χαρακτηριστικά των δυνητικών κοινοτήτων δίνουν, κατά τον Rheingold, τη δυνατότητα σε ανθρώπους, με όχι ιδιαίτερο επικοινωνιακό χάρισμα, να εκφρασθούν, σε ανθρώπους που θεωρούν ότι δεν έχουν «ενδιαφέρουσα» ζωή, να ζήσουν μία άλλη εναλλακτική.
Αυτή η δυνατότητα ελεύθερης έκφρασης και επικοινωνίας αποτελεί ένα μέρος μόνο από τη γενικότερη ελεύθερη διακίνηση ιδεών που επικρατεί στον κυβερνοχώρο. Κατά τον Rheingold στο διαδίκτυο επικρατεί αναρχία, με την έννοια της μη ύπαρξης κεντρικής κυβερνητικής ιεραρχίας και οργάνωσης μέσα από την οποία επιτελείται η διακίνηση των πληροφοριών από όλους προς όλους και είναι αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό του διαδικτύου που το καθιστά μέσο επικοινωνίας πιο δημοκρατικό, το οποίο παράσχει στους κυβερνώμενους τη δυνατότητα άσκησης πίεσης και επιρροής στην κεντρική εξουσία και εκδημοκρατισμού των «πραγματικών» κοινοτήτων.
Την άποψη αυτή υποστηρίζουν ένθερμα και οι Hauben & Hauben (1996), οι οποίοι πιστεύουν ότι το διαδίκτυο θα συμβάλει στη δημιουργία ενός νέου κόσμου πιο δημοκρατικού. Ο τίτλος του βιβλίου τους Netizen (Net Citizen) είναι αντιπροσωπευτικός των αντιλήψεών τους, αφού υποστηρίζουν ότι το διαδίκτυο καταρρίπτει όλα τα χωρικά εμπόδια και πλέον όλοι οι συμμετέχοντες στις δυνητικές κοινότητες είναι συμπατριώτες, άνθρωποι γνωστοί μεταξύ τους που επικοινωνούν ελεύθερα χωρίς κανένα περιορισμό, χωρίς όρια και χωρίς κανένα φόβο (Hauben & Hauben, 1996)
Γίνεται βέβαια εύκολα κατανοητό ότι, παρά το γεγονός ότι στο έργο του είναι επιφυλακτικός ως προς κάποια στοιχεία των δυνητικών κοινοτήτων, όπως για παράδειγμα όταν αναφέρεται στον έθιμο σε αυτές, ο Rheingold παρουσιάζει με ιδιαίτερα αισιόδοξο, μερικές φορές ίσως υπερβολικά, τρόπο τα χαρακτηριστικά και τις επιδράσεις των δυνητικών κοινοτήτων. Ωστόσο, πολλά από τα κυρίαρχα αυτά στοιχεία έχουν τεθεί υπό αμφισβήτηση. Ενδιαφέρουσα είναι η προσέγγιση της Lapachet, η οποία επιχειρεί μία ουδέτερη θεώρηση και παραθέτει τόσο τα πλεονεκτήματα όσο και τα μειονεκτήματα των δυνητικών κοινοτήτων. Συγκεκριμένα, ο συμμετέχων στις δυνητικές κοινότητες μπορεί να μην έχει πάντα εκείνος τον έλεγχο στην επικοινωνία, όπως όταν κάποιος για παράδειγμα κυριαρχεί στη συζήτηση ή την υπερφορτώνει με μηνύματα. Ακόμα όταν κάποιος στέλνει ένα μήνυμα ή συμμετέχει σε μία συζήτηση ποτέ δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το πόσοι θα το διαβάσουν παρά τη θέλησή του. Τέλος η Lapachet θίγει το ζήτημα της ελευθερίας και των διακρίσεων. Κατά πόσο μπορεί κανείς να εκφράσει ελεύθερα την άποψή του σε μία κοινότητα στην οποία υπάρχουν μεσολαβητές που επιβλέπουν τις συζητήσεις; Όσο για τις διακρίσεις η Lapachet παραθέτει κάποιους παράγοντες που αυτομάτως αποκλείουν διάφορες ομάδες από τη συμμετοχή στην επικοινωνία, για παράδειγμα η χρήση του γραπτού λόγου, η εξοικείωση με την τεχνολογία, το χρηματικό κόστος δεν επιτρέπουν στους αναλφάβητους ή ακόμα και στα μικρά παιδιά να συμμετέχουν. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ακόμα και αν κάποιος έχει εξασφαλίσει τη συμμετοχή του στο διαδίκτυο μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με διακρίσεις, αφού όπως υποστηρίζει Lapachet υπάρχουν διευθύνσεις ασφαλείς και μη ασφαλείς.
Ο Rheingold κατηγοριοποίησε τις δυνητικές κοινότητες με βάση το θέμα που πραγματευότανε χωρίς να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στη δημιουργία μιας τυπολογίας των κοινοτήτων αυτών. Το 2002 η Ursula Markus παρουσιάζει μια τυπολογία των δυνητικών κοινοτήτων (Σχήμα 1), η οποία διαχωρίζει τις κοινότητες σε τρεις βασικές κατηγορίες, τις κοινωνικές, τις επαγγελματικές και τις εμπορικές. Κάθε κατηγορία περιέχει δύο υποκατηγορίες. Συγκεκριμένα, οι κοινότητες με κοινωνικό προσανατολισμό, οι οποίες αποτέλεσαν τον αρχικό τύπο κοινότητας μέσα από τον οποίο εξελίχθηκαν όλες οι υπόλοιπες, διακρίνονται σε εκείνες που έχουν ως στόχο τη δημιουργία μιας σχέσης και σε εκείνες που έχουν ως στόχο τη διασκέδαση. Στις κοινότητες με επαγγελματικό προσανατολισμό συμμετέχουν επαγγελματίες, οι οποίοι συζητούν και ανταλλάζουν πληροφορίες σχετικές με την εργασία τους, τόσο με άτομα που ανήκουν στην ίδια με αυτούς επιχείρηση όσο και με άτομα εκτός αυτής. Αυτού του τύπου οι κοινότητες διακρίνονται σε εκείνες που ασχολούνται με την εκπαίδευση και σε εκείνες που ασχολούνται με την εξειδίκευση στα δίκτυα. Τέλος, οι κοινότητες με εμπορικό προσανατολισμό έχουν ως στόχο το κέρδος και για αυτές ισχύει ο γνωστός διαχωρισμός business to business και business to consumer (Markus, 2002).
Σχήμα 1
Το 2004 η Porter διαμορφώνει μια νέα τυπολογία σχετικά με τις δυνητικές κοινότητες, η οποία ξεκινά με ένα διαφορετικό ορισμό των κοινοτήτων αυτών: «Ως δυνητική κοινότητα ορίζεται ένα σύνολο ατόμων ή συναδέλφων που αλληλεπιδρούν γύρω από ένα κοινό ενδιαφέρον και η αλληλεπίδρασή τους αυτή υποστηρίζεται ή μεσολαβείται, εν μέρει, από την τεχνολογία και καθοδηγείται από κάποια πρωτόκολλα και κανόνες» (Porter,C.,E., 2004). Στον ορισμό αυτό υπάρχουν τέσσερα νέα στοιχεία: 1)Οι κοινότητες απαρτίζονται από άτομα και/ή συνεργάτες και επομένως ακόμα και τα δίκτυα μεταξύ επιχειρήσεων μπορούν να θεωρηθούν δυνητικές κοινότητες (Porter 2004). 2)Η αλληλεπίδραση στις δυνητικές κοινότητες υποστηρίζεται ή/και διαμεσολαβείται από την τεχνολογία έστω εν μέρει, δηλαδή μια δυνητική κοινότητα μπορεί να είναι και εν μέρει «πραγματική», δηλαδή να περιλαμβάνει και πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνία (Porter 2004). 3)Η χρήση της λέξης τεχνολογία αντί του υπολογιστή αναγνωρίζει την ύπαρξη δυνητικών κοινοτήτων με επικοινωνία διαμεσολαβημένη από κάθε είδους τεχνολογία, όπως για παράδειγμα τα κινητά τηλέφωνα (Porter 2004). 4)Σε κανέναν από τους προηγούμενους ορισμούς των δυνητικών κοινοτήτων δεν υπήρχε η έννοια των κανονισμών και των πρωτοκόλλων (Porter 2004).
Η τυπολογία της Porter παρουσιάζεται στο Σχήμα 2 και διαχωρίζει τις δυνητικές κοινότητες σε δύο επίπεδα, αφενός με βάση την ίδρυσή τους και αφετέρου με βάση τον προσανατολισμό των σχέσεών τους.
Σχήμα 2
Στο πρώτο επίπεδο διαχωρίζονται οι κοινότητες που ιδρύθηκαν και συντηρούνται από τα μέλη τους και οι κοινότητες που ιδρύθηκαν από εμπορικές ή μη εμπορικές οργανώσεις (Porter 2004). Στο δεύτερο επίπεδο οι κοινότητες που ιδρύθηκαν από μέλη διακρίνονται σε εκείνες που οι σχέσεις των μελών τους είναι κοινωνικές και σε εκείνες που οι σχέσεις των μελών τους είναι επαγγελματικές. Τέλος στις κοινότητες που δημιουργήθηκαν από οργανώσεις οι σχέσεις μπορεί να είναι είτε μεταξύ μελών, δηλαδή σε ατομικό επίπεδο, είτε μεταξύ των μελών και της οργάνωσης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
▬ http://www.virtual-communities.com/modules/news/article.php?storyid=18 accessed on 16/6/2005
▬Adler, R., P., & Christopher A.,J., 1998,Internet Community Primer Overview and Business Opportunities, Digital Places, accessed on 16/6/2005 from http://www.digiplaces.com/pages/primer_00_toc.html
▬Barlow, J., P., Is There a There in Cyberspace?, Utne Reader, accessed on 16/6/2005 from http://www.eff.org/Misc/Publications/John_Perry_Barlow/HTML/utne_community.html
▬Coon, D., A., 1996, An Investigation Of #Friends Internetrelay Chat As A Community, Thesis, B.A., Southeastern Louisiana University, accessed on 16/6/2005 from http://www.davidcoon.com/virtual_.htm
▬Fernback, Jan & Thompson, Brad (1995, May). Virtual Communities: Abort, Retry, Failure?,accessed on 16/6/2005 from http://www.well.com/user/hlr/texts/VCcivil.html
▬Hauben, M and R. Hauben. (1996). Netizens: On the history and impact of Usenet and the Internet., accessed on 16/6/2005 from http://www.columbia.edu/~rh120/
▬Lapachet, Jaye, A.,H., Virtual Communities : The 90’s Mind Altering Drug or Facilitator of Human Interaction?, accessed on 16/6/2005 from http://besser.tsoa.nyu.edu/impact/s94/students/jaye/jaye_asis.html
▬Markus, U. (2002). Characterizing the virtual community (5th edition). SAP Design Guild., accessed on 16/6/2005 from http://www.sapdesignguild.org/editions/edition5/communities.asp.
▬Porter, C., E., (2004) A Typology of Virtual Communities:A Multi-Disciplinary Foundation for Future Research, Journal of Computer-Mediated Communication, 10 (1),3. accessed on 16/6/2005 from http://jcmc.indiana.edu/vol10/issue1/porter.html
▬Rheingold, H. (1992, June). A Slice of Life in My Virtual Community. Electronic manuscript., accessed on 16/6/2005 from http://webnet.mednet.gu.se/computer/bigdummy/bdg_254.html#SEC257
▬Rheingold, H. (1993). The Virtual Community: Homesteading on the Electronic Frontier. New York: Addison-Wesley., accessed on 16/6/2005 from http://www.rheingold.com/vc/book/intro.html
▬Rheingold, H. (1998). Virtual Communities, Phony Civil Society? , accessed on 16/6/2005 from http://www.rheingold.com/texts/techpolitix/civil.html
▬Smith, Marc (1992). Voices from the WELL: The Logic of the Virtual Commons. Master’s Thesis, Department of Sociology, UCLA., accessed on 16/6/2005 from http://www.sscnet.ucla.edu/soc/csoc/papers/voices/Voices.htm
ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΟΥ ΕΞΕΤΑΣΘΗΚΕ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
http://virtualcommunities.start4all.com/
http://webpages.charter.net/stormking/
http://www.edge.org/documents/digerati/Contents.html
http://www.infonortics.com/vc/vc01/
http://www.insead.fr/CALT/Encyclopedia/ComputerSciences/Groupware/VirtualCommunities/
http://www.internetstudies.pe.kr/
http://www.socio.demon.co.uk/magazine/2/issue2.html
http://www.well.com/user/hlr/vircom/
[1] Πηγή από το διαδίκτυο http://www.virtual-communities.com/modules/news/article.php?storyid=18
[2] Πηγή από το διαδίκτυο http://www.virtual-communities.com/modules/news/article.php?storyid=18